- Κόσοβο
- (αλβ. Kosova, σερβοκροατ. Kosovo Metohija). Αυτόνομη περιοχή (10.887 τ. χλμ., 2.291.000 κάτ. το 2000) της Σερβίας με πρωτεύουσα την Πρίστινα.
Η περιοχή απαρτίζεται από δύο μεγάλα λεκανοπέδια, εκείνο του Κόσοβο-Πόλγιε (Κοσσυφοπέδιο) και το γνωστό ως Μετόχια. Τα λεκανοπέδια διαρρέονται από τους ποταμούς Μπέλι Ντριν και Ιμπάρ. Η περιοχή έχει ήπιο ηπειρωτικό κλίμα και άφθονα δάση στα ορεινά της. Ο πληθυσμός ασχολείται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Καλλιεργούνται σιτηρά, καπνός, κηπευτικά και αμπέλια, ενώ στα ορεινά εκτρέφονται βοοειδή και πρόβατα. Σχετική ανάπτυξη έχει και η βιοτεχνία και η χειροτεχνία. Τα τελευταία χρόνια έχουν δημιουργηθεί και εργοστάσια για την παραγωγή τσιμέντου, επεξεργασία ξυλείας, χαρτιού, ειδών διατροφής και υφασμάτων. Στο Κ. εξορύσσονται επίσης μόλυβδος, ψευδάργυρος, λιγνίτης και μαγνητίτης.
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του Κ. είναι Αλβανοί, ενώ υπάρχει επίσης μεγάλος αριθμός Σέρβων καθώς και Μαυροβουνίων.
Οι σημαντικότερες πόλεις της περιοχής είναι η Πρίστινα, η Κόσοβσκα-Μιτρόβιτσα και το Ουρόσεβατς.
Ιστορία. Από τον 8o έως τον 12o αι. το Κ. αποτελούσε κέντρο του κράτους Ράσκα και αργότερα (1459) εντάχθηκε στο κράτος της Σερβίας· στην περιοχή, εξάλλου, βρισκόταν και η έδρα της σερβικής αρχιεπισκοπής. Τον 15o αι. προσαρτήθηκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία και σημειώθηκαν στην περιοχή πολλές εξεγέρσεις κατά των Τούρκων, οι οποίοι, αφού τις κατέστειλαν, προχώρησαν σε εκτοπίσεις πληθυσμού. Η συνθήκη του Λονδίνου του 1913 μοίρασε αργότερα το Κ. μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου. Τελικά, το 1918 η περιοχή ενσωματώθηκε στο βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, που μετονομάστηκε το 1929 σε Γιουγκοσλαβία. Το 1941 τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την περιοχή. Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου το Κ. αποτέλεσε αυτόνομη περιοχή, στα πλαίσια πάντα του γιουγκοσλαβικού κράτους. Οι προσπάθειες των Κοσοβάρων να αποτελέσουν ισότιμη δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας και όχι αυτόνομη περιοχή ξεκίνησαν το 1981, αμέσως μετά τον θάνατο του Τίτο. Οι αναταραχές συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια και όταν, το 1989, καταργήθηκε από την κεντρική κυβέρνηση η αυτονομία της περιοχής, οι συγκρούσεις έγιναν σφοδρότερες, όπως και τα μέτρα επιβολής της πολιτικής της κυβέρνησης Μιλόσεβιτς. Το 1990 οι αλβανόφωνοι διακήρυξαν μονομερώς την ανεξαρτησία του Κ., χωρίς όμως αυτό να γίνει αποδεκτό.
Η δημιουργία του Απελευθερωτικού Στρατού του Κ. (1997) όξυνε ακόμη περισσότερο τις αντιθέσεις και οδήγησε στην παρέμβαση του γιουγκοσλαβικού στρατού. Φόβοι για εθνική κάθαρση στο Κ. οδήγησαν σε πιέσεις από την πλευρά των ΗΠΑ και του NATO και ο πρόεδρος Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς δέχτηκε (1998) την παρουσία ξένων παρατηρητών. Στις αρχές του 1999 οι πιέσεις προς τον Μιλόσεβιτς για δημοκρατικές παραχωρήσεις εντάθηκαν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Οι προσπάθειες που έγιναν στο Ραμπουγέ για εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα δεν απέδωσαν, οι παρατηρητές αποσύρθηκαν και τον Μάρτιο του 1999 το NATO προχώρησε σε βομβαρδισμούς εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, κατηγορώντας τον Μιλόσεβιτς για εθνοκάθαρση της περιοχής από τους αλβανόφωνους κατοίκους της. Το 2000, έπειτα από πολεμική δραστηριότητα που στοίχισε τις ζωές χιλιάδων και τον εκπατρισμό περίπου μισού εκατομμυρίου κατοίκων, η περιοχή πέρασε υπό τον έλεγχο ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ. Οι πρώτες εκλογές της μεταπολεμικής περιόδου που διεξήχθησαν στο Κ. τον Νοέμβριο του 2001 ανέδειξαν πρώτο το κόμμα του Δημοκρατικού Συνδέσμου του Κ., με ηγέτη τον μετριοπαθή Ιμπραήμ Ρουγκόβα και δεύτερο το Δημοκρατικό Κόμμα. Μετά την ανάδειξη των νέων ηγετών της περιοχής, η διεθνής κοινότητα έσπευσε να δηλώσει πως οι νέες αρχές δεν είχαν λόγο στο ζήτημα της ανεξαρτησίας και απέρριψε ανάλογα αιτήματα, εμμένοντας στη θέση της για την τήρηση του καθεστώτος της αυτονομίας, στο πλαίσιο του κράτους της Γιουγκοσλαβίας (σήμερα Σερβία και Μαυροβούνιο).
Στιγμιότυπο από καταυλισμό Κοσοβάρων προσφύγων κατά τη διάρκεια της άνοιξης του 1999 (φωτ. ΑΠΕ).
Άποψη της πόλης Πρίστινα, πρωτεύουσας του Κοσόβου, η οποία το 2000 τέθηκε υπό τον έλεγχο ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.